(ή Abstract II)
Δεν το έδειξαν
συγκεκριμένες μελέτες καθώς αυτές δεν θα έπαιρναν ποτέ χρηματοδότηση από τις
φαρμακευτικές εταιρίες αλλά είναι ‘κοινό μυστικό’ ότι: Αν θέλεις να κανείς κάτι για να προφυλαχθείς από τον καρκίνο δεν έχεις παρά να φροντίζεις τους κοντινούς σου ανθρώπους που έχουν καρκίνο.

Φαίνεται πως
ισχύει και σε αυτή τη νόσο ότι ίσχυε σε άλλες νόσους στο παρελθόν όπου είχε
παρατηρηθεί πως οι συγγενείς των ασθενών ή το νοσηλευτικό προσωπικό ανέπτυσσε
αντισώματα και νοσούσε πιο δύσκολα. Έστω κι αν ο καρκίνος δε δείχνει να είναι
ιογεννές νόσημα, παρόλα αυτά οι άνθρωποι που φροντίζουν τους καρκινοπαθείς
έχουν μικρότερη πιθανότητα να πάθουν καρκίνο. Αλήθεια. Υπάρχουν πολλά τέτοια
παραδείγματα, για όποιον θέλει να τα δει, από κόσμο που φρόντιζε καρκινοπαθείς.
Για παράδειγμα, το παιδί που ασχολείται περισσότερο με τον καρκινοπαθή γονέα
του έχει λιγότερες πιθανότητες να πάθει καρκίνο απ’ τα αδέρφια του που δεν
ασχολούνταν τόσο. Όπως και στην περίπτωση του καρκινοπαθούς φίλου, όπου οι
φίλοι που εξαφανίζονται είναι πιο πιθανό να πάθουν κάποια στιγμή και οι ίδιοι
καρκίνο σε σχέση με τους φίλους που έμειναν κοντά.
Παρακαλώ διαδώστε
το, ακόμα κι αν δεν το πιστεύετε.
Ξαναδιαβάζοντας
το queericulum vitae
(ή αναπτύσσοντας
το abstract ii, που θα έλεγε και το qv)
Τελευταία
ξαναδιάβαζα το QV#3 Νόσος Εξουσία και Πολιτικές του Σώματος και σκεφτόμουν πόσο
σημαντικές είναι οι μεταφορές για την ασθένεια και για όσα αυτή προκαλεί στο
σώμα. Είναι σημαντικές για την κατανόηση ως διαδικασία έστω κι αν αυτή δεν
επιτυγχάνεται πάντα. Η διαδικασία της κατανόησης είναι ο ανθρώπινος τρόπος για
διαχείριση. Δεν ξέρω αν ήταν πάντα έτσι, δεν ξέρω τι γινόταν όταν ο ‘άνθρωπος’
ζούσε στα δέντρα χωρίς συμβολική γλώσσα. Ξέρω πως από τότε έχουν παρέλθει,
ευτυχώς ανεπιστρεπτί, πολλά χρόνια πολιτισμικής δημιουργίας και πια ο άνθρωπος
του πολιτισμού χρειάζεται να κάνει λόγο αυτό που συμβαίνει και αυτό που του
συμβαίνει.
Ή δουλεία σε αυτό
το τεύχος του qv, όπως τουλάχιστον το διάβασα εγώ, προσπαθεί να αναδείξει
κάποιες συνέπειες του να αναλάβει κάποιος άλλος (άνθρωπος ή φορέας) το λόγο για
τα πράγματα (στη συγκεκριμένη περίπτωση τη νόσο, τη θεραπεία, κτλ) και ειδικά
τις επιπτώσεις στα σώματα και τις υποκειμενικότητές μας όταν καταφέρνει να
καταστήσει τον δικό του λόγο κυρίαρχο. Οι μεταφορές των κυριάρχων λόγων, πέραν
από την προσπάθεια κατανόησης, συχνά εξυπηρετούν κι άλλες σκοπιμότητες, όπως
της πειθάρχισης, της εξουσίας, του κέρδους (για παράδειγμα τη μεταφορά του
πολέμου, όπως αναπτύσσεται ειδικά από την Sontag).
Ποια θα ήταν η δική
μας στάση/θέση/απάντηση σε μια τέτοια κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί και
συνεχίζει να διαμορφώνεται; Πως θα μπορούσαμε να διεκδικήσουμε χώρο για τον
δικό μας λόγο για τα σώματά μας, όταν ο κυριάρχος λόγος ηγεμονεύει
φυσικοποιημένος πια; Η μια
στρατηγική, που είναι κι αυτή που αναπτύσσει το τεύχος QV#3, είναι η προσπάθεια
ανάλυσης των κυρίαρχων λόγων, ως μια προσπάθεια αποδόμησής τους, ελπίζοντας πως
αυτό θα θίξει τη φαινομενικά άτρωτη κτήση τους και (μετά;) θα προκύψει χώρος
για το δικό μας λόγο - και άρα τις δικές μας μεταφορές.
Κανείς όμως δεν
μας έχει υποσχεθεί ότι θα τηρηθεί απαραίτητα μια τέτοια χρονική σειρά στα
πράγματα. Θέλω να πω, πως δεν φαντάζομαι πως κάποια στιγμή ο κυρίαρχος λόγος θα
καταρρεύσει (σαν κυβέρνηση ας πούμε) και τότε η ιστορία/κοινωνία θα στρέψει τον
προβολέα πάνω μας και θα ζητήσει το δικό μας λόγο για τα πράγματα.
Ακόμα και στη
Δομή των Επιστημονικών Επαναστάσεων, που ο Τ. Kuhn προτείνει ένα μοντέλο για
πως αλλάζει η επιστήμη, υποστηρίζεται ότι ο επιστημονικός λόγος αλλάζει, ανατρέπεται
βίαια όταν ένα νέο επιστημονικό παράδειγμα αντικαθίσταται από ένα άλλο. Το νέο
επιστημονικό παράδειγμα που επικρατεί ήταν ένα από τα ανταγωνιστικά
παραδείγματα που ασκούσαν στο παρελθόν κριτική στο κυρίαρχο παράδειγμα και δεν
προέκυψε τη στιγμή της κατάρευσης του κυρίαρχου. Με άλλα λόγια, θέλω να πω πως
πέραν από την ανάλυση και κριτική στον κυρίαρχο λόγο θα πρέπει να υπάρχει εκεί
εμφανής και μια αντι-πρόταση, ένας αντι-λόγος, μία νέα αντι-κουλτούρα που μας
κάνει περισσότερο και στην οποία θα θέλαμε κάπως να καταλήξουμε.
Υποστηρίζω λοιπόν
πως η δική μας αντι-πρόταση για τους λόγους και τα πράγματα, θα έπρεπε, όπου
αυτό είναι δυνατόν, να συνοδεύει την κριτική του κυρίαρχου, κι αυτό το προτείνω
ως μια στρατηγική σύγκρουσης με το κυρίαρχο.
Ονειρεύομαι μια
πολιτική κουλτούρα που προτείνει, αρχικά ακόμα και μόνο στο μεταξύ μας,
πολιτικούς λόγους και νοήματα, όπως το κάνει για πολιτικές στάσεις, όχι για
κανέναν άλλο λόγο αλλά γιατί όπως έχει ξαναειπωθεί και θα το πω κι εγώ από εδώ
μέσα: ο λόγος είναι επιτελεστικός. Όπως, για παράδειγμα, προσπαθείς να μην
αναπαράγεις όρους οικονομικής εκμετάλλευσης από άνθρωπο σε άνθρωπο στα πολιτικά
εγχειρήματα που στήνεις, και πέραν από την κριτική σου σε αυτό το κυρίαρχο
μοντέλο του καπιταλισμού αντιπροτείνεις την αυτοοργάνωση ως τρόπο να γίνονται
τα πράγματα, κάπως έτσι φαντάζομαι την αντιπρόταση λόγου που κάνει κριτική στον
κυρίαρχο έχοντας και μία συγκεκριμένη αντιπρόταση που να θέτει τουλάχιστον το
πλαίσιο.
Δυο παραδείγματα:

Η παραπάνω
αφήγηση είναι μια πρόταση για μια κουλτούρα που μας κάνει και μας πρέπει. Είναι
ένας δικός μας μύθος που θα θέλαμε να είναι αλήθεια επειδή τον έχουμε ανάγκη
και μας κάνει καλό. Είναι κάτι που θα μπορούσαμε και να πιστέψουμε, τόσο όσο
μας χρειάζεται για να ανακουφιζόμαστε από την αδυναμία μας να ελέγξουμε το
μέλλον σε σχέση με την ύπαρξή μας. Είναι μια προσσπάθεια δημιουργίας των δικών μας
λόγων, των μύθων μας, των μεταφορών μας, που δε θα απαντήσουν ακριβώς τις
ερωτήσεις μας αλλά που θα καλύπτουν το κενό από την απώλεια των απαντήσεων. Κι
είναι σίγουρα ένας λόγος που καλλιεργεί τη συντροφικότητα και την αλληλεγγύη σε
αντίθεση με τον κυρίαρχο που καλλιεργεί την ατομικότητα, το φόβο και τον
καταναγκασμό.
Όταν οι ιθαγενείς
μάγοι πολλών φυλών στην Αφρική διαδίδουν ότι βιασμός παρθένου παιδιού μπορεί να
σε θεραπεύσει από AIDS, αισθάνομαι την ανάγκη να αντιπροτείνω κάτι που μπορεί
να είναι εξίσου πιθανά αντιεπιστημονικό αλλά που να καλλιεργεί τη σχέση με τους
άλλους αντί να την συνθλίβει.
Ένας αντίλογος;

Νομίζω πως το εγώ
και ο εαυτός είναι τόσο ενισχυμένος κοινωνικά στην μοντέρνα εποχή που ζούμε που
δεν γίνεται να τον παρακάμψουμε και δε θέλουμε κι όλας. Ακόμα και η αλληλεγγύη,
που αποτελεί ιδανική πολιτικά στάση προσφοράς εμπλέκει άμεσα τον εαυτό από τη
στιγμή που προϋποθέτει να έχεις (έστω και νοητικά) τοποθετήσει τον εαυτό σου
στη θέση του άλλου και έτσι να προσπαθείς να συμπάσχεις. Αν λοιπόν δεν μπορείς
να παρακάμψεις τον εαυτό (και καλά κάνεις και δεν μπορείς με βάση τη θεμελιώδη
αναρχική θέση που θέτει και τη πιο σημαντική, για μένα, διαφορά με τον μαρξισμό
του Μαρξ) τότε καλό είναι να τον τοποθετήσεις σε άλλες θέσεις – ας πούμε δίπλα
και όχι απέναντι.
Παρεμπιπτόντως –
2ο παράδειγμα
Με την ίδια
λογική, και για να σχολιάσω, παρεμπιπτόντως, κάτι από το τεύχος QV#4 Aρρενωπότητες,
σκεφτόμουν πως η ανάγκη να βρίζεις και να υποτιμάς ως τρόπο να επιτίθεσαι ή/και
να εκτονώνεσαι είναι τόσο ανθρώπινη όσο και οι μεταφορές για τις σχέσεις και τα
πράγματα που ανέφερα παραπάνω. Το θέμα είναι ποιους, πότε και ειδικά με ποιον
τρόπο βρίζεις κάποιον. Στο πλαίσιο της προβληματικής που βάζω παραπάνω, όταν η
κυρίαρχη βρισιά είναι το «πούστης», δεν αρκεί μόνο να της κάνεις κριτική
προσπαθώντας να την αποδομήσεις. Και μετά τι; Πως και τι θα βρίζουμε τώρα;
Σκεφτόμουνα
λοιπόν ότι στις κοινότητές μας θα έπρεπε να υιοθετούμε, αντιπροτείνοντας στον
κυρίαρχο υβριστικό λόγο, τις δικές μας βρισιές, που έχουν την ίδια λειτουργία
αλλά που στοχοποιούν άλλους, αυτούς που έτσι κι αλλιώς έχουμε βάλει, ή θα
έπρεπε να έχουμε βάλει, απέναντι. Τα παλιά τα χρόνια, για παράδειγμα, ειδικά οι
αριστεροί, είχαν το «ρουφιάνος» για βρισιά. Από το να πεις κάποιον «πούστη»
είναι σίγουρα καλύτερο ως πολιτική κουλτούρα που θέλεις να καλλιεργήσεις να
βρίζεις κάποιον «ρουφιάνο», στοχοποιώντας αυτόν κι όχι τους πούστηδες.
Επίλογος


Κι εμείς από
φαντασία άλλο τίποτα.
ε, γιάννα;
O Klaus Nomi πέθανε
στις 6 Αυγούστου του 1983 στο νοσοκομείο Sloan Kettering Center στη Νέα Υόρκη,
μόνος και τρομοκρατημένος. Ήταν από τα πρώτα θύματα του AIDS και έτσι κανείς δεν ήξερε να του πει τι έχει
και γιατί πεθαίνει. Οι λίγοι φίλοι που τον επισκέφτηκαν στο νοσοκομείο, επίσης τρομοκρατημένοι,
κρατήθηκαν σε απόσταση από εκείνον, όπως άλλωστε οι γιατροί και οι νοσηλευτές
του. Η αντανακλαστική αντίδραση στην άγνοια ήταν να κρατήσουν 'αποστάσεις ασφαλείας',
μια αντίδραση που αποδείχθηκε λανθασμένη. Είναι καλύτερα όταν οι άνθρωποι είναι
κοντά, ε γιάννα;