Saturday, January 21, 2006


Και ενώ την περασμένη εβδομάδα νομοθετείται η άρση της μονιμότητας στο δημόσιο τομέα, υψηλόβαθμο στέλεχος της κυβέρνησης έκανε την παρακάτω δήλωση: «δεν επιτρέπεται το ¼ του πληθυσμού να έχει ειδικά προνόμια» εννοώντας τη μη μονιμότητα που ισχύει στον ιδιωτικό τομέα. Αυτή η εξίσωση των δικαιωμάτων προς τα κάτω, δεν με ξενίζει και είναι σίγουρα σημείο των καιρών. Μάλιστα ίσως θα μπορούσε να αποτελέσει και μια καλή ιδέα αν αυτή εφαρμοστεί και σε άλλες περιπτώσεις. Στο γάμος για παράδειγμα. Μήπως, αφού κάποιοι δεν έχουν αυτό το ‘προνόμιο’, να αρθεί ως δικαίωμα από όλους; Αυτό σίγουρα θα ήταν ενδιαφέρον. Νομίζω τελικά ο τύπος είναι πολύ μπροστά…

Saturday, January 07, 2006

Ζευγαροσχέση

ή αλλιώς








γιατί η Κάντυ έψαχνε το(ν) Τέρι και γιατί δεν τον βρήκε

Η ετεροροκανονική κοινωνία των ετεροφυλόφιλων έχει δομηθεί ολόκληρη στις σχέσεις ζευγαρώματος. Η οικογένεια είναι η θεσμοθέτηση αυτής τη τάσης και για το ποιος είναι ο ρόλος της στην επιβολή κοινωνικών μοντέλων δε θα έφτανε να γράφουμε για μέρες. Αυτό που καταλήγει να γίνει οικογένεια είναι η σχέση ζευγαρώματος. Ποιοι θα μπορούσαν να είναι οι λόγοι που οδηγούν δύο ανθρώπους να “τα φτιάξουν”; Τί αποτέλεσμα έχει αυτό; Τί κερδίζουν και τί χάνουν μέσα σε μία σχέση; (προσοχή … ακολουθούν κάποιες σκέψεις)

Οι ζευγαρωμένοι έχουν τελικά μικρότερη κοινωνικότητα από τους άλλους; Όταν το ζευγάρι είναι αυτό που φεύγει πάντα πιο νωρίς από μία παρέα και που δεν συμμετέχει συχνά στις πιο εξτρέμ προτάσεις της (βλ. νυχτερινά μπάνια, ξενύχτια, σέα, μέα, κοκ), αυτό τους πάει πίσω κοινωνικά; Έχουν λιγότερους φίλους; Έχουν φίλους μέσα στην παρέα; Έχουν παρέα; Τους ενδιαφέρει αυτό; Θα τους στοιχήσει το ίδιο να χάσουν ένα φίλο όπως αν δεν είχαν σχέση; Μάλλον όχι. Το ρίσκο είναι μικρότερο. Ο μοναχικός άνθρωπος, μη έχοντας άλλη επιλογή μπαίνει με άλλο τρόπο σε μια σχέση μη σεξουαλική. Αντίθετα, ο ζευγαρωμένος, έχει την καβάτζα του και αυτό του δίνει μια άλλη δύναμη προσέγγιση της μη σεξουαλικής σχέσης.

Μεγάλη υπόθεση η καβάτζα. Ειδικά στο σεξουαλικό. Ουσιαστικά, ειδικά οι βραδινές έξοδοι σε πολυκοσμικούς χώρους εμπεριέχουν μία διάθεση ερωτικού παιχνιδιού. Δηλαδή βγαίνεις για να ψωνιστείς, έστω και το λες διαφορετικά αν είσαι str8. Οπότε τα μπαράκια και τα club είναι για μπακουροπαρέα. Το μπακούρι ψάχνει, πιάνει τα βλέμματα, κοιτάζει τα σώματα, φλερτάρει. Ο ζευγαρωμένος, ως ζευγαρωμένος, ή δεν έχει ακολουθήσει στο χώρο που γίνονται αυτά, ή ήρθε και είναι ψιλοξενέ τόσο για την παρέα όσο και για το υπόλοιπο μαγαζί, ή, τέλος, πήγε για να φορέσει κάνα κέρατο όπου αυτό και αν φαίνεται. Σίγουρα τα παραπάνω δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να γενικευτούν αφού ο κάθε άνθρωπος έχει τη δική του θέση στον κοινωνικό χώρο είτε μέσα σε ζευγαροσχέση είτε όχι. (Υπερβάλω για να καταδείξω μία διαφορά που πιστεύω κανείς δεν θα μπορούσε να αρνηθεί ανάμεσα στους έχοντες ζευγαροσχέση και στους άλλους).

Είναι γεγονός ότι μέσα σε ένα gay μπαρ, το ζευγάρι το κοιτάνε όλοι. Ίσως είναι το γεγονός ότι τα μέλη του ζευγαριού συνήθως δεν αποκρίνονται στα λοιπά ερωτικά καλέσματα που κάνει τους υπόλοιπους να σκυλιάζουν. Είναι μεγάλο θέμα να έχεις το σεξ όποτε το θέλεις χωρίς να χρειάζεται να το ψάχνεις.

Η σχέση ήταν για μένα μια ανάγκη για κανονικότητα. Μικρός ζήλευα πολλά από τα σημεία των σχέσεων που είχαν οι φίλοι μου. Υπήρχε μια συγκεντρωμένη συντροφικότητα, μια αλληλεγγύη, μια ασφάλεια. Κανονίζαν τί θέλουν να κάνουν μόνοι τους και όποιος ήθελε θα μπορούσε να ακολουθήσει. Η ζευγαροσχέση είναι η πιο ευέλικτη ομάδα. Βέβαια, σύμφωνα με την άλγεβρα, τρία άτομα χρειάζονται για τη δημιουργία μιας ομάδας. (προσοχή… ακολουθούν μαθηματικά…αλλά από αυτά της αφήγησης, τα πιο χαλαρά). Τα τρία άτομα συνολικά δύναται να δημιουργήσουν μεταξύ τους έξι σχέσεις, και είναι η πρώτη φορά που οι σχέσεις που δημιουργούνται είναι περισσότερες από τα μέλη της ομάδας, κάτι που στην θεωρία ομάδων αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση. Άσχετα με τα μαθηματικά, εγώ ξέρω ότι δύο άτομα φτιάχνουν την πιο ευέλικτη ομάδα. Χρειάζεται μόλις 2 ψήφους για να υπάρχει απόλυτη πλειοψηφία, άρα η ομοφωνία επιτυγχάνεται σχετικά γρήγορα απ’ ότι σε πιο πολυπληθείς ομάδες. Σίγουρα είναι πιο εύκολο να έχει κανείς σχέση με έναν άνθρωπο από να έχει με περισσότερους. Και αυτό το βλέπουμε σε ένα κάρο κόσμο ως επιλογή.

Εγώ λοιπόν βαρέθηκα αυτήν την απόλυτη ελευθερία της ατομικότητάς μου. Βαρέθηκα να έρχεται καλοκαίρι και να μπορώ να πάω οπουδήποτε με οποιονδήποτε και μετά να φύγω για όπου αλλού με όποιον άλλον. Βαρέθηκα να παίρνω μόνος μου αποφάσεις για τη ζωή μου. Οι φίλοι πολλοί, άλλα όλοι δεσμεύονται μόνο μέχρις ενός σημείου, αφού… ‘δεν είστε και ζευγάρι’.

Η ατομικότητα μέσα στη ζευγαροσχέση εκφράζεται με τελείως διαφορετικό τρόπο. Πώς θα ήταν άραγε η ατομικότητα κάποιου έξω από τη σχέση του; Τί θα φορούσε; Θα πήγαινε σινεμά; Τί θα έτρωγε; Θα είχε φίλους; Ότι και να ήταν, για πολλούς δεν αποτέλεσε ποτέ ζήτημα ούτε για απλή σκέψη - δεν ήταν ποτέ μόνοι τους. Οι ανάγκες, οι συνήθειες και γενικά η συνολική επιτέλεση όλων των αισθησιοκινητικών διαδικασιών που ορίζει το πρωτόκολλο μιας ζευγαροσχέσης, έχουν διαμορφώσει μία σιαμαία ατομικότητα όπου κάθε αποχωρισμός θα αποτελούσε μοιραίο. Έχουν γραφτεί πολλά τραγούδια για αυτό. (Όχι όμως τόσο πολλά όσο για τους έρωτες που δεν έχουν να κάνουν με σχέση).

Εγώ έκανα σχέση γιατί πολύ ξεκάθαρα έψαχνα για σχέση. Το φίλτρο ήταν εξαιρετικά ενεργοποιημένο. Κάθε νέα γνωριμία έπαιρνε αμέσως το χαρακτηρισμό της: φίλος, σέξ ή σχέση; Λιγότερη αναμονή είχε η δεύτερη θέση. Πιο εύκολα θα μπορούσα να κοιμηθώ με κάποιον, αλλά αυτόν με τον οποίο θα μπορούσα να ξυπνήσω θα τον περνούσα μετά από τα μύρια φίλτρα της ζευγαροσχέσης. Αν δεν τα ικανοποιούσε θα απογοητευόμουνα και θα πήγαινα στον επόμενο, πάντοτε ψάχνονταν τον the one, αυτόν με τον οποίο θα έκανα σχέση. Μέσα σ’ αυτό το αλισβερίσι, προέκυπταν και οι φίλοι. Όσο απίστευτο κι αν ακούγεται έξω από σχέση ένιωθα ανολοκλήρωτος. Έστω και αν είχα περάσει τέλεια ένα βράδυ με την παρέα μου, την στιγμή που όλοι θα την κάνανε με τα ταίρια τους, θα ένιωθα την απόλυτη δυστυχία και θα έπαιρνα τους δρόμους για να βρω και εγώ το δικό μου. Ποτέ δεν εκτιμούσα το άδειο μου κρεβάτι και την αγκαλιά του μαξιλαριού μου. Και τότε ήταν που κάθε βλέμμα στο δρόμο για το σπίτι αποκτούσε νόημα, ήταν οι τελευταίες ελπίδες. Τα προφίλ στο διπλανά αυτοκίνητα, οι μοναχικοί διαβάτες, οι μεθυσμένοι, οι τελευταίοι της κάθε μέρας. Τώρα όλα αυτά άλλαξαν. Υπάρχουν στιγμές που εγώ και το μαξιλάρι μου θέλουμε να μείνουμε μόνοι, να θυμηθούμε τα παλιά, αλλά αυτό το διαχειρίζομαι με νέες, πιο ασφαλείς διαδικασίες.

Ναι, δεν μπορώ να πω, ο βαθμός κανονικότητας της σχέσης είναι αρκετά ανεβασμένος. Αν έχεις σχέση, κοινονικοποιείσαι πιο εύκολα. Βασικά είναι λυμένο το σεξ. Δηλάδή το’ χεις όποτε γουστάρεις. Εκτός βέβαια απ΄ όταν ο σύζυγος έχει πονοκέφαλο ή περίοδο. Πάντως δε λιώνεις σόλες στο πεζοδρόμιο. Ή στις πίστες. Ή και στα δύο. Είμαι χαρούμενος που δεν τρέχω από πάρκο σε μπαρ και από μπαρ σε πάρκο. Έχω περισσότερα λεφτά, κάνω πιο γρήγορα ντουζ στο κολυμβητήριο, δεν κινδυνεύω να τρακάρω κάθε φορά που περνάω έξω από την πυροσβεστική και έχω χρόνο για μένα και χώρο στον εγκέφαλό μου, για να επεξεργαστώ άλλα ζητήματα από αυτά του sex in the city.

Η σχέση είναι τόσο κυρίαρχο μοντέλο που προσφέρει μία κανονικότητα ακόμα και στις ακραίες περιπτώσεις μη κανονικότητας όπως οι gay, οι λεσβίες, οι τρανς και τα λοιπά τέρατα της ετεροκανονικότητας. Είμαι σίγουρος πως άμα το έλεγα στη μάνα μου...με σχέση από το να της το έλεγα...χωρίς σχέση, σίγουρα θα είχε μεγάλη διαφορά. Όχι ότι θα χαιρόταν...άλλά να, αν δεν ήταν τίποτα μαύρος να περιπλέξει κι άλλο την κατάσταση, θα αισθανόταν μια ανακούφιση. Αυτό που θα πάθαινε, ένας γνωστικός ψυχολόγος θα την έλεγε ‘γνωστική σύγρουση’. Ένας κοινωνιολόγος, ‘εγκατάλειψη ενός στερεοτύπου’. Ένας ψυχαναλυτής, ενώ θα έπαιρνε τα περισσότερα, θα κουνούσε λίγο το κεφάλι του. Ας κάνουμε λοιπόν έναν οξύμωρο παραλογικό συλλογισμό: Ο γιος μου είναι πούστης - οι πούστηδες είναι εκείνα τα άρρωστα, εξαθλιωμένα, μοναχικά, ανώμαλα, πράγματα που είναι συνεχώς δυστυχισμένα, αφού σε όλη τους τη ζωή θα είναι μόνα και το ξέρουν- ο γιος μου έχει σχέση (ουπς- σύγκρουση- μάνα παρτ’ αλλιώς), ο γιός μου δεν είναι μόνος - ο γιος μου δεν είναι ένα εκείνα τα άρρωστα, εξαθλιωμένα, μοναχικά, ανώμαλα, πράγματα που είναι δυστυχισμένα αφού σε όλη τους τη ζωή θα είναι μόνα και το ξέρουν (;;;;;), ούπς! Α!, ξέχασα να σας πω, η γνωστική σύγκρουση δεν πετυχαίνει τόσο εύκολα, θέλει πολύ περισσότερο για ένα στερεότυπο να καταρεύσει. Γιατί ο πούστης που έχει σχέση, έχει σχέση με έναν άλλο πούστη και τώρα γίνανε δύο οι πούστηδες όποτε φαίνονται πιο πολύ και πιο πολλοί και τί να διαλέξεις τελικά σαν μάνα και συ; Δεν ξέρω τί θα ήταν τελικά πιο εύκολο να αποδεχτεί κανείς: τον μοναχικό πούστη γιο που θα μείνει για πάντα μόνος και δυστυχισμένος ή να γνωρίσουμε τον άλλον, αυτόν που γαμάει το γιο μας, για να ηρεμήσουμε; Το πρόβλημα του πούστη , που παραμένει μέσα σε σχέση ή έξω από αυτή, είναι ότι δεν θα γεράσει με γυναίκα που ως γνωστόν, πέραν από καλύτερη νοσοκόμα από έναν άντρα, είναι η μοναδική που μπορεί να προσφέρει την ευτυχία του φυσιολογικού. Η μοναξιά του πούστη αναφέρεται άμεσα στην έλλειψη της γυναίκας και ως εκ τούτου και με γκόμενο ακόμα, ο πούστης είναι ίσως δυο φορές μόνος. Αυτές θα μπορούσε να είναι πρώτες σκέψεις, σε δεύτερο επίπεδο η ύπαρξη της σχέσης θα μαλάκωνε τον πόνο και την ανησυχία των γονέων του πούστη. Είπαμε, το μοντέλο είναι κυρίαρχο και ως εκ τούτου εύκολα καταναλώσιμο.

Σχέσεις είναι το κυρίαρχο μοντέλο. Είναι τόσο κυρίαρχο που σίγουρα ένα μεγάλο ποσοστό θα θεωρούσε τον άνθρωπο από τη φύση του ζευγαρωμένο. Ο χριστιανισμός το είπε ξεκάθαρα.... η γυναίκα φέρει το νεφρό του άντρα, που σαν φιλεύσπλαχνος και αρτιμελής της έδωσε τον ένα του νεφρό για να κι αυτή η καημένη ημιτελής. Έτσι όταν τα μωρά μου είναι μόνα τους έχουν από ένα νεφρό και ως εκ τούτου η μοναξιά θέλει συχνή αιμοκάθαρση.

Η σχέση έχει ουκ ασήμαντο κοινωνικό βάρος. Όταν δύο άνθρωποι έχουν σχέση, έχουν ήδη φτιάξει μια δομή και αυτό είναι πολύ αναγνωρίσιμο. Τα ζευγάρια σε οποιαδήποτε ομάδα έχουν άλλο βάρος. Ένας καλός τρόπος να ενταχθείς σε μία ευρύτερη ομάδα είναι τα φτιάξεις με κάποιον από κει ή να πας και τον γκόμενό σου. Πολλές φορές αρκεί και μόνο να πεις ότι έχεις γκόμενο για ανέβεις στην εκτίμηση της ομάδας, για λόγους που προείπα.

Αν δεν έχεις σχέση πάλι, τρως σόλες όπως επίσης προείπα. Αλλά τρώγοντας σόλες κάνεις άλλες σχέσεις. Φιλικές πολλές φορές. Και δεν χρειάζεστε τα μαθηματικά να μας πούνε πόσες περισσότερες σχέσεις δημιουργούνται εκεί έξω από τις δύο σχέσεις των δύο ατόμων. Πάντα κάτι λείπει, όπως είπε μετά από πολλά (λεπτά και λεφτά) ο ψυχαναλυτής μου.

Εμένα μου αρέσει που έχω σχέση. Αισθάνομαι πιο κανονικός και τώρα έχω ανάγκη να είμαι λίγο κανονικός. Σαν από αυτούς. Για λίγο, ίσα για να ξεκουραστώ. Και μετά θα δω τί θα κάνω γιατί βρε αδερφέ «μόνοι μας γεννιόμαστε - μόνοι μας πεθαίνουμε» (μπλιαχ). Δεν ξέρω γιατί κάνω όλη αυτήν την προσπάθεια αποδόμησης. Ο ψυχίατρός μου μου είπε ότι αυτές οι αποδομήσεις δεν μου κάνουν πολύ καλό και ότι καλό θα ήταν να μην αμφισβητώ τα πάντα αλλά να έχω έναν άξονα να βλέπω τα πράγματα τον οποίο να μην τον θίγω, και να διαβάσω Αλτουσέρ. Λάθος, ξέρω γατί το κάνω. Για μην καταντήσω σαν εκείνα τα ζευγαράκια που μου ανεβάζουν το αίμα στο κεφάλι. Για να φτιάξω μια σχέση σύμφωνα με τις δικές μου ανάγκες, για να μην αντιληφθώ κάποια στιγμή μετά από χρόνια ότι έχασα ένα κάρο πράγματα και ανθρώπους στην προσπάθειά μου να εναρμονίσω τις συνήθειές μου με αυτές του one, που τελικά έγινε minus one, και γιατί το κυρίαρχο πάντα μου μύριζε κάτι σε χυμένο γάλα και δεν μπορώ να το φάω έτσι.


Α!! ναι, ξέχασα.... Όπως καταλαβαίνετε από τα παραπάνω, αν η Κάντυ εύρισκε τον Τέρι, θα τελείωνε και η σειρά, γιατί η ζωή είναι εκεί έξω.

Ελίζα

Thursday, January 05, 2006

Περί έρωτα:
Έρωτας είναι το σύνολο των συναισθημάτων που κάποιος με έκανε να αισθανθώ. Κινήσεις που έκανα. Σκέψεις. Που τα έκανα ίσως για πρώτη φορά, ίσως όχι. Αλλά που τα έκανα με αφορμή και αιτία κάποιον. Αν δεν υπήρχε αυτός τίποτα από όλα αυτά δεν θα υπήρχε. Όλα όμως αυτά είναι δικά μου. Εγώ τα αισθάνθηκα, εγώ τα σκέφτηκα, εγώ τα γεύτηκα. Αυτά, τα δικά μου, είναι που μου λείπουν όταν φεύγει. Δε μου λείπει αυτός. Μου λείπουν τα πράγματα που έκανε σε μένα. Μου λείπουν τα πράγματα που έπαθα. Αυτά είναι συνειρμικά συνδεδεμένα με κείνον. Είναι όμως δικά μου. Ίσως τα ξανααισθανθώ. Κάποια άλλη στιγμή, με άλλη αφορμή και αιτία. Αφορμή και αιτία όμως δε θα μπορούσε να αποτελέσει ο οποιοσδήποτε, οποτεδήποτε. Γι αυτό και δεν είναι μόνο συνειρμική η σύνδεση του αυτού με τα πράγματα που μου δημιούργησε. Είχε αυτό, που η ετοιμότητά μου να απολαύσω, δημιούργησε ή έφερε κοντά μου ή και τα δύο. (Prigodis, 2004)

Αν ο έρωτας είναι μία νοητική κατασκευή , εξ’ ορισμού είναι ατομικός και δεν μοιράζεται. Για να το αποδείξω αυτό θα χρειαστεί να ακολουθήσω την αντίθετη διαδρομή από αυτή που ακολουθείται συνήθως για να δικαιολογήσει κάποιος την ανεξάρτητη ύπαρξη μιας έννοιας, πέραν από ένα γνωστικό σύστημα που την κατασκεύασε και την αντιλαμβάνεται. Έτσι, όταν κάποιος λέει για παράδειγμα ότι ο αριθμός, ή ο χρόνος, αποτελούν μια νοητική κατασκευή, η απάντηση είναι ότι δεν μπορεί να αποτελούν νοητική κατασκευή από την στιγμή που τόσοι διαφορετικοί άνθρωποι τους μοιράζονται. Μια νοητική κατασκευή είναι λοιπόν ατομική περιουσία. Έτσι λοιπόν, ο έρωτας, ως νοητική κατασκευή είναι κατασκεύασμα του ενός. Αυτό δε σημαίνει βέβαια ότι δεν μπορούν δύο άνθρωποι να είναι ερωτευμένοι μεταξύ τους. Απλώς, ο κάθε ένας από αυτούς απολαμβάνει έναν δικό του έρωτα και σε καμία περίπτωση ο έρωτας δεν είναι κοινός.

Ο έρωτας, όπως κάθε νοητική κατασκευή, βασίζεται στη βασική ικανότητα του ανθρώπου για αφηρημένη σκέψη. Τίποτα στη φύση δεν είναι δύο. Το δύο είναι μία αφηρημένη ενέργεια να βλέπουμε κάτι κοινό ανάμεσα σε δύο παιδιά και δύο πορτοκάλια. Ας μη ξεχνάμε πως ‘ένα κι ένα ίσον δύο’ είναι ένα φρικτό ψέμα. Μια σταγόνα βροχής στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου και άλλη μία κάνουν μια μεγάλη που έτρεξε και χάθηκε. Ας δούμε λίγο τί λέει ο Μπόρχες για το αφημένο και τον έρωτα. «Το αφηρημένο μπορεί να είναι πιο έντονο από το συγκεκριμένο. Τα παραδείγματα δε λείπουν. Παιδί, περνούσα ένα καλοκαίρι στη βόρεια επαρχία του Μπουένος Άιρες: η απέραντη πεδιάδα, οι άντρες που πίναν το ματέ τους στην κουζίνα μ΄ενδιέφεραν ζωηρά, όμως η χαρά μου ξεπέρασε τα όρια σαν έμαθα πως εκείνος ο τόπος ήταν η ‘πάμπα’ και πως εκείνοι οι άντρες ονομάζονταν ‘γκάουτσος’. Το ίδιο ισχύει και για τον ερωτευμένο που δεν του λείπει η φαντασία. Το αφηρημένο (η αδιάκοπη επανάληψη του αγαπημένου ονόματος, ο τύπος, η πατρίδα, το θαυμάσιο μέλλον που ονειρεύεται για τον καλό του) υπερισχύει των αληθινών χαρακτηριστικών, που γίνονται ανεκτά χάρη στα προηγούμενα.»

Τί άλλο να πει κανείς για την αφαίρεση που συμβαίνει στον έρωτα πέραν από το βασικό του χαρακτηριστικό που είναι οι φανταστική παρουσία και οι διάλογοι που την συμπληρώνουν: «Αν ήταν εδώ μαζί μου σ’ αυτή την ταινία, θα έλεγε αυτό, και εγώ θα του έλεγα αυτό και αυτός θα χαμογελούσε και μετά θα μου έλεγε αυτό για με πειράξει και εγώ θα έκανα ότι δε με πείραξε και θα απαντούσα αυτό με ένα σαρκαστικό ύφος και αυτός τότε θα έπιανε τα τσιγάρα του και θα μου έκλεινε το μάτι». Αυτό, και η αναπάντεχη αλλαγή που δεν αφήνει πίσω της καμία απορία.