Sunday, January 09, 2011

Όλο λέω να το κάψω αυτό το blog κι όλο μου γλιτώνει. Τώρα βρήκα ένα παλιό μου κείμενο (πολύ πολύ παλιό) και είπα να το ανεβάσω.

This is pure noise

Διαβάζοντας αυτό το άρθρο έφαγα διάφορα φλας από τη σχέση που έχω εγώ με αυτό το είδους της ‘μουσικής’ – το γιατί βάζω τα εισαγωγικά θα γίνει κατανοητό παρακάτω. Όταν άκουσα πρώτη φορά κάτι τέτοιο θυμάμαι να σκέφτομαι σχεδόν αυτόματα: ‘αυτό είναι θόρυβος - δεν είναι μουσική αυτό το πράγμα’. Αλλά το ‘δεν είναι μουσική αυτό το πράγμα’ δεν είναι δική μου έκφραση…βρωμάει μαμά. Ναι, είναι η έκφραση που χρησιμοποιούσε η μαμά μου όταν άκουγα punk, ή πιο μετά όταν άκουγα techno. Θυμάμαι μάλιστα να σιγοντάρει και ο μπαμπάς μου και να λέει ‘τί ωραία που ήταν η δικιά μας μουσική, που είχε νόημα, που μπορούσες να την τραγουδήσεις στην κοπέλα σου, και που σε γέμιζε με συναισθήματα’ και εγώ θυμάμαι να λέω ‘δηλαδή τι, ‘άστα τα μαλάκια σου;’’ και αυτός να απαντάει ‘ακριβώς’, γεμάτος χαρά που βρήκα το παράδειγμα που έψαχνε για ώρα και τότε θυμάμαι πολύ καλά εγώ να σταματάω την κουβέντα.

Μετά θυμάμαι τον φίλο μου τον Άλκη που μια φορά μιλούσαμε για πολύ ώρα στο τηλέφωνο και σε κάποια φάση του λέω ‘ρε συ Άλκη, πήγαινε στο δωμάτιό σου να μιλήσουμε, γιατί αυτό το μίξερ της μάνας σου με ενοχλεί κάπως’ και εκείνος να απαντάει ‘στο δωμάτιό μου είμαι και ακούω μουσική’ και τότε εγώ θυμάμαι να λέω κάτι άλλο άσχετο αλλά πολύ ενδιαφέρον για να τραβήξω την προσοχή του αλλού. Και μετά θυμάμαι σε μια άλλη φάση να μιλάω με τον φίλο μου τον Άλκη πάλι στο τηλέφωνο και εγώ να είμαι στην τουαλέτα και να χέζω, και κάποια στιγμή να μου λέει ο Άλκης ‘αυτό που ακούς είναι υπέροχο, τόση ώρα που μιλάμε με έχει ηρεμήσει πάρα πολύ – τι είναι;’ και εγώ να απαντάω ‘είναι το ανεμιστηράκι του μπάνιου – δε ξέρω πως μπορώ να στο γράψω αλλά σίγουρα στοιχίζει λιγότερο από ένα cd’. Και θυμάμαι πολύ καλά ότι είχα χαρεί πολύ που υπήρχαν τέτοιοι άνθρωποι στον κόσμο όπως ο Άλκης και που ένας από αυτούς τους ανθρώπους είναι φίλος μου και μπορούμε να μιλάμε που και που στο τηλέφωνο.

Και κάτι άλλο που θυμάμαι είναι που κάποια στιγμή γνώρισα δύο παιδιά, δε θυμάμαι που και πως αλλά δεν έχει σημασία, τον ένα τον λέγανε Τομ, και πολύ γρήγορα μου είπαν ότι παίζουν μουσική και εγώ ρώτησα ‘τι μουσική;’ και αυτοί μου εξήγησαν ότι, απ’ ότι κατάλαβα, κάνουν κάτι που τώρα το αντιλαμβάνομαι κάπως σαν την αντίστροφη διαδικασία από αυτό που κάνει η Billy Roisz, δηλαδή παίρνουν σαν πρώτες ύλες εικόνες και τις μετατρέπουν σε ήχους, κάνοντας χρήση μηχανών σκαναρίσματος και μεγεθύνοντας τις συχνότητες που βγαίνουν από τις συνδεσμολογίες των μηχανημάτων τους, με χρήση φυσικά ενισχυτών και λοιπά, και επειδή εκείνο τον καιρό έβγαινα νικητής από μία μεγάλη προσπάθεια να πετάξω αυτές τις μαμαδίστικες στάσεις απέναντι στη μουσική από πάνω μου, ενθουσιάστηκα και τους είπα ‘τέλεια’ και ‘εγώ παίζω ακορντεόν’ και τότε ο ένας είπε και αυτός ‘τέλεια’ και ‘θα μπορούσαμε να παίξουμε μαζί κάποια στιγμή’ και εγώ απόρησα και το βλέμμα μου το έκανε εμφανές, και αυτός το είδε και μου είπε ‘θα βγεις σε κάποια φάση στο live και θα σπάσεις το ακορντεόν σου και θα χοροπηδάμε επάνω στα πλήκτρα και τις φυσούνες του, και ο Τομ, να γιατί θυμάμαι το όνομα του, θα ηχογραφήσει τους ήχους που αυτό θα βγάζει, και μετά θα τους παίξουμε αντεστραμμένους και θα είναι σαν να ξαναφτιάχνουμε το ακορντεόν σου, και….και…. ’ και εμένα αυτό το ‘σαν’ μου ακούστηκε τόσο δυνατό που επισκίασε όλα τα υπόλοιπα που μου έλεγε μιας και γνωρίζω καλά ότι αυτή μας η ενέργεια θα είχε αυξήσει δραστικά την εντροπία του συστήματος, κάτι που δεν θα επέτρεπε σε καμία περίπτωση να γίνει το ακορντεόν μου όπως ήταν πριν, ότι και να λέει ο καλλιτέχνης, και τότε εγώ παραλίγο να βάλω τα κλάματα και αποφάσισα να μην τους ξαναμιλήσω ΠΟΤΕ.